Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2011

Άτιτλο

Αργάζοντας πάνω στις όψεις των φύλλων
έτσι όπως πέφτουν ανάμεσα στις πλάκες των δρόμων
που δεν ασφαλστρώθηκαν, με τις λιγοστές γυναίκες
αβέβαιες και τους άντρες θνητούς.

Στο ξύλο στο παγωμένο μέταλλο καθισμένος
τόσο κοντά στην πνοή της, τόσο μακριά από κάθε
άλλη συναλλαγή για να μπορώ ν' ανασύρω
οποτεδήποτε τα πεπραγμένα όλων τους

με βρήκε. Έφερε ένα κομμάτι χαρτί
μια φορά γραμμένο κι όχι δυο.Σταθήκαμε
στα χαλίκια και διάβασα την:
η μνήμη μου η ζωή μου
οι ώρες που δεν υπάρχετε
ο χρόνος μου να ζω
ο χώρος που ερήμην σας μου αφήνετε
ο τόπος μου να ζω
οι ανάσες που δεν αναπνέυσατε
ο τρόπος μου να ζω

Τι να της πω; Κατάλαβα πως λίγο αν την πλησίαζα
θα πέθαινε ακαριαία. 

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

γνώριμο και συνάμα τρομακτικό. αυτό ήταν που ο Φρόϋντ ονόμαζε uncanny

Νimertis είπε...

οι γυναίκες αβέβαιες αλλά οι άντρες θνητοί...
χτύπησες φλέβα φίλε...
[η αίσθηση των λέξεων ίσως ακόμη μεγαλύτερη και πλατύτερη από το περιεχόμενό τους...]
την καλησπέρα μου...

Celestia είπε...

Ορφέας και Ευριδίκη, γκρι, σιγή (ίσως ένα πουλί ίσως μόνο ο ήχος των σταγόνων) και πολλά ακόμα που δεν μπορώ να περιγράψω.
Αυτά μου έφερε το ποίημα σου.

llachar είπε...

@R βοήθα με λίγο..uncanny για ποιον;
@νημερτή τείνω να πιστέψω πως οι λέξεις είναι οι κύριοι και εμείς απλοί σκλάβοι.
@celestia σ'ευχαριστώ!